Συγγραφέας Παιδικής Λογοτεχνίας

Καλωσήρθατε στον "τόπο" μου!

Δευτέρα 8 Ιανουαρίου 2018

ΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΓΕΝΑΡΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΧΡΟΝΙΑΣ



Είχα ξεχάσει, εκτός από το να γράψω σε αυτό το μπλογκ, πως είναι, μια μέρα κοντά στο κέντρο της πόλης. Μια ημέρα και είναι σαν να ζεις, μια ολόκληρη ζωή.
Αν έχεις αυτή τη μανία που έχω και εγώ, δηλαδή να βλέπεις τα πρόσωπα των ανθρώπων, τις κινήσεις τους, τα λόγια τους, και τι υπάρχει πιο πάνω από εσένα, τότε μπορείς να ζήσεις πραγματικά μέσα σε μία ημέρα, μία ολόκληρη ζωή. Δεν ξέρω αν αυτό είναι ένα χάρισμα που μου έδωσε η ζωή, αλλά η αλήθεια είναι πως από παιδί, αυτό έκανα. Ίσως αυτό να έπαιξε και μεγάλο ρόλο στην πορεία μου, μιας και πριν δεκαπέντε χρόνια, με ήδη αρκετό υλικό μαζεμένο, άρχισα να γράφω. Το συγγραφέας δεν το λέω εύκολα. Ακόμα και τώρα που έχουν κυκλοφορήσει εφτά βιβλία μου. Πάντως σήμερα, σε αυτή τη βόλτα, με τον χειρότερο καιρό για αυτή την πόλη, το είπα στην ευγενική, όμορφη και νέα υπάλληλο στο κατάστημα της Κοσμοτέ στην Πανεπιστημίου. "Με τι ασχολείστε;" "Συγγραφέας" "Συγγραφέας γράφει το εκκαθαριστικό σας;" Η συζήτηση συνεχίστηκε με το τυπικό, αλλά και το φιλικό-εξυπηρετικό της κομμάτι. Γύρω της μια σειρά από οθόνες τηλεοράσεων να δείχνουν έναν κόσμο- κυρίως μη πραγματικό -και στην πλάτη πίσω από το χοντρό τζάμι του καταστήματος, ο πραγματικός κόσμος της Πανεπιστημίου. Ανάμεσα στους δυο κόσμους, ένα όμορφο ξανθό κορίτσι.
Κάπως έτσι βλέπω τα πράγματα, όταν κυκλοφορώ στην πόλη.
Στην στάση του λεωφορείου επί της Κηφισίας, δυο μαθήτριες Λυκείου, η μία κάπνιζε το πιο λεπτό στριφτό που έχω δει, κάθονταν στο παγκάκι της στάσης. Λογικά, περίμεναν κάποιο λεωφορείο. Μόλις τέλειωσε το στριφτό η μία, σηκώθηκαν από το παγκάκι και έφυγαν. Εγώ στεκόμουν όρθια και ούτε κατά διανοια σκεφτόμουν να καθήσω σε αυτό το μεταλλικό αντικείμενο, χειμώνα καιρό. Στα χέρια μου κρατούσα ένα βιβλίο μου, και σκεφτόμουν πόσο σπουδαίο είναι αυτό. Το να κρατάς βιβλίο στα χέρια σου και να κυκλοφορείς με αυτό, δεν είναι και τόσο συνηθισμένο. Το να κρατάς όμως ένα βιβλίο που έχεις γράψει εσύ, είναι σπουδαίο, είναι επιτυχία.  Μια γλυκιά χαρά. Στο λεωφορείο σκεφτόμουν πως είναι ένας καλός τρόπος διαφήμισης της δουλειάς σου, σε  μέρη με πολύ κόσμο να κρατάς ένα βιβλίο σου. Αν έχεις και καλούς φίλους, μπορείς να τους βάλεις κι αυτούς στο κόλπο. Πάντως στο κορίτσι της Κοσμοτέ, δεν άντεξα. Της έδειξα με περηφάνια το βιβλίο και αυτή το φωτογράφισε, γιατί βρήκε το θέμα του πολύ ενδιαφέρον για μια φίλη της.
Πιο πριν είχα κάτσει για καφέ Σόλωνος και Μασσαλίας. Το καφέ τώρα λέγεται MR. THOMAS  και αναρωτιόμουν πόσα ονόματα και μορφές έχει αλλάξει αυτό το μαγαζί από τότε που ξεκίνησα να έρχομαι σε αυτά τα μέρη. Ήμουν φοιτήτρια. Πάντως εκείνη την μορφή που είχε  στα φοιτητικά μου χρόνια,  δεν τη θυμήθηκα, αλλά θυμήθηκα πως κάποια φορά που είχε την τάδε μορφή, είχα καθίσει να πιω μια μπύρα. Αυτή η εικόνα χρησιμοποιήθηκε-το πλαίσιο, όχι εγώ με την μπύρα-σε ένα βιβλίο που έγραψα τότε στην αρχή αρχή. Μια απόπειρα βιβλίου για ενήλικες. Τα κεντρικά πρόσωπα ήταν τρεις γυναίκες και οι σχέσεις του, με τι άλλο; με τους άντρες. Το βιβλίο το απέρριψα μόνη μου. Κάπου υπάρχει σε χειρόγραφη μορφή.
Η μέρα μου είχε και αυτό που συμβαίνει πιστεύω συχνά σε έναν άνθρωπο που έχει τη μανία να παρατηρεί τους πάντες και τα πάντα. Αυτό που το ονομάζω συμπτώσεις ή μικρά θαύματα ή "κοίτα να δεις" Για παράδειγμα μια κοπέλα περνάει απέναντι με κατεύθυνση μια στάση. Την βάζω στην κατηγορία των όμορφων κοριτσιών που τελικά δεν είναι και τόσο όμορφες (αυτό συμβαίνει όταν τις προσέξεις καλύτερα). Εγώ ήμουν μέσα στο αυτοκίνητο επί της Κηφισίας. Όχι της Κηφισίας της πρωινής, αλλά της απογευματινής. Ήταν δυο διαφορετικές πορείες με διαφορετικά μέσα. Μισή ώρα σχεδόν μετά, και αφού έχω κάνει στάση επί της Αλεξάνδρας για μια δουλειά, στρίβω σε μία κάθετο της Αλεξάνδρας. Βλέπω την κοπέλα της Κηφισίας να περπατάει στο στενάκι.
Είναι φοβερό το πόσα πράγματα μπορείς να μάθεις από τους ανθρώπους. Και δεν χρειάζεται καν, να σου μιλήσουν.
Οι εικόνες εναλλάσονταν η μία την άλλη. Ένα παλιό λευκό αυτοκίνητο στην Βασιλίσσης Σοφίας, με επιβάτες αλλοδαπούς. Μια γκριζομάλλα οδηγός με στυλ, στην Κηφισίας την απογευματινή μέσα σε ένα μίνι κούπερ. Μια χαρά θα μπορούσε να την συναντήσει κάποιος στις σελίδες ενός βιβλίου. Μια μάνα και ένας γιος. Μεγάλοι και οι δυο. Αδικημένοι από την ζωή μου φάνηκαν, σίγουρα δεν τα βρίσκαν και πολύ μεταξύ τους. Ο γιος ανέλαβε κάποια στιγμή και το μόνο που άκουσα από αυτά που είπε ήταν ότι  η μάνα του "είναι νομικός και καταλαβαίνει από αυτά". Μια κοπέλα που ήταν μπροστά μου στην πόρτα που έχει αναμονή στην τράπεζα, βρέθηκε πίσω μου όταν μπήκαμε μέσα γιατί  εγώ  ήξερα που θα πάω και προχώρησα πιο γρήγορα και αποφασιστικά, ενώ αυτή ήταν ακόμα σε κατάσταση "χαμένης" Ένας μεγάλος σε ηλικία αλλά και σε ύψος κύριος, με φαγωμένο σε ένα σημείο μάγουλο, αλλά πολύ περιποιημένος, βρέθηκε κοντά μου, αλλά ο καθένας έκανε τη δουλειά του. Ούτε καν τα βλέμματα μας, δεν συναντήθηκαν. Και κάπου προς το τέλος της διαδρομής η ανακάλυψη που δεν είχα κάνει τόσα χρόνια που διασχίζω την Αλεξάνδρας. Στο σημείο που βρίσκονται οι προσφυγικές πολυκατοικίες, παρατήρησα πως δεν είναι μόνο αυτές που βρίσκονται επί της λεωφόρου, αλλά υπάρχει μια σειρά πολυκατοικιων και πίσω από αυτές. Εντύπωση μου κάνει. Όχι που είναι τόσες πολλές, μα πως γίνεται να μην το είχα παρατήρησει τόσα χρόνια.

Προσπαθώ να σκεφτώ με πόσους ανθρώπους μίλησα τη μέρα αυτή στην Αθήνα. Πόσοι ήταν αυτοί που ήξερα ή που έχει τύχει να τους ξαναμιλήσω και πόσοι όχι.
Μετράω. 22 γνωστοί και 7 άγνωστοι. Περίεργο σκορ για μια πόλη τόσο μεγάλη και απρόσωπη. Κάποιοι την λένε και αφιλόξενη.  Εγώ πάντως σήμερα ένιωσα πως μέσα σε μία ημέρα, έζησα μία ολόκληρη ζωή.
Και κάπου στο τέλος της, μας έκανε την χάρη να αφήσει το εντελώς γκρίζο και να επιτρέψει σε ένα πινέλο του ουρανού, να κάνει την δουλειά του.